το μεσημέρι καίει το μετωπό σου

« Δε θα πήγαινα ποτέ στην Ελλάδα αν δεν ήταν αυτό το κορίτσι, η Μπέτυ Ράιαν (…)».

Η πρώτη φράση του Μίλερ στον «Κολοσσό του Μαρουσιού» έχει να μας πει πολλά, ίσως περισσότερα από τις υπόλοιπες 224 σελίδες, στις οποίες παρακολουθούμε την απίθανη προσπάθεια του συγγραφέα να μιλήσει για το φως που πέφτει τα μεσημέρια στην Επίδαυρο, τις Μυκήνες, την Κέρκυρα ή την Ύδρα. Με άλλα λόγια, αν θέλουμε να φλυαρήσουμε σχετικά με τα μεσημέρια του καλοκαιριού, αντί να παρακολουθούμε τις λεκτικές ακροβασίες του κεραυνοβολημένου Μίλερ, που μιλάει για φωτοβόλο ταξίδι, αιθέριο φως και βάπτισμα στο φως, θα αρκούσε ίσως να διαβάσουμε συλλαβιστά το όνομα Μπέτυ Ράιαν.

Κάθε χρόνο λίγο μετά τις δέκα Ιουνίου συμβαίνει ξαφνικά σε όλους όσοι δεν διστάζουν να κοιτάξουν κατευθείαν προς το κέντρο του ήλιου. Αυτό που συμβαίνει δεν μπορεί να περιγραφεί με σαφήνεια κι ούτε έχει όνομα. Ας πούμε ότι έχει στενή σχέση με την ξαφνική μανία για παγωτό καϊμάκι στις 4 και τέταρτο ακριβώς ή με την αίσθηση της πατούσας στο σημείο της αμμουδιάς που το κύμα αρχίζει να επιστρέφει. Ο Μίλερ παραπονιέται ότι, όταν μιλάει για την Ελλάδα, ο Λώρενς Ντάρελ συγχέει το όνειρο με την πραγματικότητα και το μυθολογικό με το ιστορικό. Αν ήμαστε απ’ αυτούς που νιώθουν άνετα μόνο εντός της ασφάλειας των ορισμών, θα είχαμε βρει στις παραπάνω λέξεις μια πρώτης τάξεως περιγραφή. Τα καλοκαιρινά μεσημέρια είναι ο τόπος που η πραγματικότητα εισβάλει, με φόρα μερικών χιλιάδων χιλιομέτρων, στο όνειρο.

Περπατάς στην Πανεπιστημίου και ρίχνεις γρήγορες ματιές στα κορίτσια που κάνουν διάλειμμα τρώγοντας σάντουιτς μπροστά στις βιτρίνες του Άττικα. Ξεθεωμένες πωλήτριες, άθλια βαμμένα κορίτσια που ψεκάζουν τους πελάτες με μια ντουζίνα αρώματα, περιπτεράδες και επιβάτες του αργοπορημένου και χωρίς κλιματισμό μετρό. Παρ’ όλη την αξιοθρήνητη αυτή κατάσταση, υπολογίζεται ότι κατά τη διάρκεια του τρίωρου 2 με 5 ανταλλάσσονται καθημερινά περίπου 15 ραβασάκια με τηλέφωνα και γλυκόλογα.

Στα στενά της πόλης, τα δάχτυλα που αργοπεθαίνουν πάνω σε ταμειακές μηχανές στέκονται για τρία λεπτά δίπλα στην πόρτα κρατώντας ένα ακόμη τσιγάρο. Παρ’ όλο που οι τσάντες είναι πολύ βαριές και τα πορτοφόλια πολύ ελαφριά, οι πελάτες εξακολουθούν να νιώθουν εκείνη τη γνωστή αμηχανία κάθε φορά που χαμογελούν διστακτικά στο κορίτσι με την άκομψη κίτρινη στολή του σούπερ μάρκετ. Τα κορίτσια ανταποδίδουν, ενώ αν είσαι τυχερός ίσως να πετύχεις ένα απ’ τα χιλιάδες κλεφτά φιλιά που χαρίζονται στη μέση μιας αργοκίνητης ουράς.

Στα λεωφορεία γάμπες και μάτια επιμένουν να συναντιούνται μερικές δεκάδες φορές κάθε δευτερόλεπτο. Η δυσοσμία και το φανάρι που αρνείται πεισματικά ν’ ανάψει δημιουργεί έναν ανεκδιήγητο εκνευρισμό. Μοναδικό αντίδοτο προσφέρει ο ηλεκτρικός, αφού, παρά την ταλαιπωρία απ’ τα αιωνίως εκτελούμενα έργα του, λέγεται ότι στην τελευταία στάση του κρύβει την αληθινή ωραία Πύλη, αυτή δηλαδή που οδηγεί στην Πάτμο, την Αμοργό και καμιά φορά την Αστυπάλαια.

Στις πλατείες το τσιμέντο διπλασιάζει αυτό που μετριέται σε Κελσίου, ενώ τα σιντριβάνια που έφτιαξαν οι δήμαρχοι παραμένουν πιο βρώμικα απ’ τους ίδιους τους τοπικούς άρχοντες. Περνώντας δίπλα τους, αναπολείς την παγωμένη λεμονάδα που έφτιαχνε η θεία μιας φίλης της πρώην κοπέλας σου. Η λεμονάδα μού θυμίζει το λευκό βότσαλο που μάζεψα ένα μεσημέρι στον Μύρτο ή στη γριά βάθρα στη Σαμοθράκη και δε θυμάμαι πού ακριβώς το έχω φυλάξει. Κοντοστέκομαι. Κοιτάζω καλύτερα μέσα στο άθλιο σιντριβάνι. Με μία απότομη και αποφασιστική κίνηση, βάζω το χέρι μέσα στο γκρι νερό και ξαναβρίσκω εκείνο το ίδιο βότσαλο. Καθαρό, ολόκληρο, καινούριο.

Βέβαια, όλα αυτά που προσπαθώ να σου πω ότι συμβαίνουν μεταξύ δύο και πέντε το μεσημέρι, είναι δώρο που δεν σου ανήκει δικαιωματικά. Πρέπει να το κερδίσεις με την προσωπική σου στάση. Για παράδειγμα, τα μεσημέρια του Ιουλίου δεν ξεκινάνε παρά μόνο αφού ψιθυρίσεις το κατάλληλο όνομα. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, ο Ελύτης για να γράψει στο ποίημα το μαγικό μυστικό που ήξερε από μικρό παιδί, ότι δηλαδή «Κάπου ανάμεσα Τρίτη και Τετάρτη πρέπει να παράπεσε η αληθινή σου μέρα», έπρεπε πρώτα να χαιρετήσει την αιωνίως φευγάτη Μαρία Νεφέλη.

Σ’ αυτό το σημείο γίνεται λοιπόν αντιληπτό ότι, για να υπάρξει αυτός ο τόπος, πόσω μάλλον τα μεσημέρια του, χρειάζεται να ονομάσεις, ή έστω να ονειρευτείς με τα μάτια ανοιχτά, κάτι απ’ το πάθος σου. Αν ζορίζεσαι, πες έστω το μικρό της. Έτσι, σύμφωνα και με τα παραπάνω, οι συγκεκριμένες 224 σελίδες δε θα είχαν γραφτεί αν δεν υπήρχε αυτή η περίφημη Μπέτυ Ράιαν. Όπως επίσης τα μεσημέρια του καλοκαιριού δε θα σε περίμεναν ήδη λαχανιασμένα αν δεν είχες φάει εκείνο το καρπούζι κάτω απ’ το αρμυρίκι, τον Αύγουστο του 2005.

Γεια σου Μπέτυ Ράιαν. Να έπινες άραγε τζιν τόνικ;

ποστ κατασκευασμένο για το διαδικτυακόν Εκβάτανα.

22 Σχόλια

Filed under εκβάτανα, ζεστές μέρες

22 responses to “το μεσημέρι καίει το μετωπό σου

  1. Βυτίο, γιαυτό έχεις ρέντα τα καλοκαίρια.

    (πριν λίγο ξέκλεψα ένα μισάωρο χαζεύοντας τυχαία ποστ σου 😉 )

  2. ωχ. μην πας πολύ παλιά και ξεφτιλιστούμε.

  3. δυστυχώς κάποιοι άνθρωποι δεν θα ζήσουν ποτέ το 2 με 5 γιατί είναι κλεισμένοι σε 4 τοίχους (7 εδώ το δωμάτιο έχει κουλό σχήμα) και το μόνο που βλέπουν είναι μια οικοδομή στα τούβλα εδώ και 4 χρόνια από το μικρό παράθυρο στα αριστερά τους.

  4. Τα τζιτζίκια!
    Ξέχασες τους λυρίζοντες τέττιγες των καλοκαιρινών μεσημεριών…

  5. Το διαβασα ακουγοντας τουτοδω:

    και πολυ το χαιρομαι που τα φχαριστηθηκα ταυτοχρονα.

  6. Η πρώτη γραμμή της αφήγησης. Έχει γράψει ένα υπέροχο ο Ξυδάκης γιαυτό το θέμα…
    Πολύ ωραίο κείμενο. 🙂

    Υ.Γ. Οι πωλήτριες του Αττικα που το θηριώδες κατάστημα δεν τους παρέχει χώρο για διάλειμμα μόνο αναγκάζονται να βγουν στο πεζοδρόμιο είναι ο λόγος που ψωνίζω σπάνια από εκεί, το θεωρώ απαράδεκτο από την πλευρά της εργοδοσίας. Αν ήμουν αριστερή, θα έκανα κάτι γιαυτό…

  7. autre

    Βυτίο στρώσου και δούλευε 😀

  8. Rodia

    Πάλι καλά που καίει μόνο το μεσημέρι! 🙂

  9. autre, προσυπογράφω. Δυο-τρία τέτοια ποστ ακόμα και θα παραληρούμε ομαδικά.
    Σοβαρά το λέω, Βυτίο, μπορείς να κοκκινίσεις τώρα. 😉

  10. gasireu

    ναι, ναι, μα όλοι μας πίνουμε μόνο τζιν τονικ!
    όλοι μας λιώνουμε τις ζωές μας στα καλοκαίρια και τρίβουμε τους αγκώνες μας στους άσπρους μαντρότοιχους! πρόσεξα και ‘γω την κάψα του καλοκαιριού με τα φιλιά σε κάθε γωνιά, δώρα της βασανισμένης πόλης! συμπονώ και συμφωνώ!

  11. kaloutsiki

    αυτό http://www.youtube.com/watch?v=s-z37uWadDk αφιερωμένο και μια kaloutsiki λεμονάδα κερασμένη!

  12. kaloutsiki

    αυτό http://www.youtube.com/watch?v=zWXcjYNZais ήθελα αλλά το μπέρδρψα με το γιουτιουμπ του πλαγαλ !!!

  13. Αισθαντικο, το διαφανο νερο που μας φερνεις βυτιο και μυρωμενο,με ενα κατι απο λαιμ και λουιζα!!.Που βρισκεις αληθεια τοσο φθινοπωρο στην καρδια του καλοκαιριου ;; μυστηριο.Παντως στην υγεια σου,διψαμε ολοι βλεπεις πολυ.
    Για ψαξε στα κελαρια σου,πιστευω οτι ισως κρυβεις και καποιο αφρωδη καμπανιτη.!!

  14. σχιζομητροπολιτάνος

    Bυτίο,
    με ξέχασες..

  15. καλά είπαμε δεν ξαναπολογούμαι. Καλοκαίρι ίσον βραδύτητα.

    @ tougo,
    οκ, δεν έχετε άδικο. Ίσως ένα διάλειμμα ; Σκασιαρχείο ; Κάτι να σας βγάλει έξω απ’ το αλλόκοτο δωμάτιο.

    @ τσαλαπετεινέ,
    τα θυμάμαι όταν είμαι στην εξοχή. Στην πόλη δεν θέλω να τ’ ακούω, γιατί δεν έχω πού να δροσιστώ.

    @ plagal,
    απ’ το σχόλιό σας, το έστειλα την παρασκευή κατευθείαν στον αέρα της ραδιόφουσκας.

    @ Ιφιμέδεια,
    ευχαριστώ σας.

    @ Σουφραζέτα,
    ντάνκε σεν.
    ναι το θυμάμαι το κείμενο του Ξυδάκη, παρόλο που με μια γρήγορη αναζητηση δεν τον βρήκα. Πολύ ωραίο πάντως.
    υγ. τώρα το υστερόγραφό σας είναι λίγο προβοκατόρικο.
    (Πρώτα πρώτα, τί σημαίνει «αν ήμουν αριστερή»; Δλδ μόνο οι αριστεροί ενδιαφέρονται για τις συνθήκες εργασίας; )
    Δεν ξέρω αν έχουν χώρο για διάλειμμα, θα μάθω όμως, αφού έχουμε τις πηγές μας στα εργαζόμενα κορίτσια. Σας πιστεύω πάντως και αφού δεν έχουν καλά θα κάνουν να τον διεκδικήσουν.
    Τί θα λέγατε αν οργανώναμε έναν αποκλεισμό του άττικα για να διαμαρτυρηθούμε; Ή αν πηγαίναμε κάθε πρωί απ’ έξω με ντουντούκες και Βασίλη Παπακωνσταντίνου ; Ή αν τα κορίτσια έκαναν απεργία διαρκείας μέχρι να ικανοποιηθεί το αίτημά τους;
    Αν ήμουν λοιπόν αριστερός μπορεί να έκανα κάτι απ’ τα παραπάνω. Αν συναντούσα ύστερα κάποιον φιλελεύθερο, (πχ. τον κ. Μανδραβέλη) μπορεί να μου έλεγε ότι οι διαμαρτυρίες/πορείες των αριστερών ενοχλούν την αγορά και την ελευθερία των άλλων κοριτσιών που θέλουν να ψωνίσουν.
    Αν δε συναντούσα τον κ. Κουβέλη μπορεί να έλεγε ότι το όχι δεν είναι θέση.

    @ autre, και συ τέκνον Βρούτε;

    @ Ροδιά,
    όλα καίνε αυτές τις μέρες.

    @ Δύτη,
    παραληρούμε ήδη με τις ιδέες και τα ταξίδια σου.

    @ γειά σας gasireu.
    οι αγκώνες στους μαντρότοιχους, μπας και στηριχτούμε να δούμε τί κρύβεται από πίσω. Ποιά Saraghina απλώνει τ’ ασπρόσουχα.

    @η Αυτού Μεγαλειότης, η Καλούτσικη,
    ι θένκ γιου βέρι βέρι ματς.

    @ ilcorno,
    από δίψα άλλο τίποτα. Ήπιαμε θάλασσα και μας έμεινε το αλάτι.
    φθινόπωρο ε; Κι ήθελα να γράψω κάτι αισιόδοξο.
    Πάω να κοιτάξω στα κελάρια μου, μήπως βρω τίποτα.

    @ σχημητροπολιτάνε,
    ευγένιο ζήτησες, ευγένιο έλαβες. Αλλά μη βιάζεσαι.
    Κοίταξε σχετικά το κείμενο του Αρανίτση με τίτλο ¨οι οκνηροί στην αντιπολίτευση». 🙂

  16. Ωραία παρέα.Με καλοκαιρινή διάθεση.Θα με πάρετε κι εμένα μαζί σας;(Υπόσχομαι να είμαι ήσυχος και υπάκουος.)

  17. @ selitsane,
    βεβαίως χίλιοι καλοί χωράνε. Αν και δε μας πήρατε μαζί σας στις ωραίες παραλίες που εκθέσατε στο βλογ σας εμείς θα το καταπιούμε κι αυτό. δεν πειράζει.

  18. Βαρόνη Χριστίνα ντε Μέτρια

    το όνομα «Μπέτυ Ράιαν» το φαντάζεστε γραμμένο με πένα δια χειρός συγγραφέος σε ένα καλοκαιρινό σημειωματάριο ή ιδωμένο μια και καλή στην γραφομηχανή του, αφότου επέστρεψε σπίτι και στρώθηκε στη δουλειά? (σημ. πρόκειται για γνήσια λογοτεχνική απορία, την οποία ελπίζω εσείς ως συγγραφεύς θα μπορούσατε να απαντήσετε.. εικάζοντας)

  19. το φαντάζομαι όπως του πρέπει, σαν ήχο.
    δηλαδή να λέγεται απ’ τον παλιόΧένρυ πολλαπλώς, μεγαλοφώνως, ψιθυριστά και ξεκαρδισμένα κατευθείαν στο αυτί της ενλόγω.

  20. Βαρόνη Χριστίνα ντε Μέτρια

    αθεράπευτα ρομαντική η φαντασία σας, και κάπως κινηματογραφική. δεν μπορώ παρά να υποκλιθώ

  21. @ Βαρόνη,
    δεν είδα να υποκλίνεστε.
    (Μόνο κάτι μικρές αγένειες είδα.)
    χαιρετώ σας.

Σχολιάστε