δεν το λέω

Βλέπω το The Fire Within: A Requiem for Katia and Maurice Krafft, το ντοκιμαντέρ του Βέρνερ Χέρτζογκ για ένα ζευγάρι ηφαιστειολόγων. Οι εικόνες είναι εντυπωσιακές και οι φάτσες των δύο πρωταγωνιστών φοβερές. Ο τρόπος που αυτοί οι άνθρωποι περπατούν, περιφέρονται και κουβαλούν τα διάφορα όργανα στους χώρους γύρω και κοντά στα ηφαίστεια έχει κάτι το γοητευτικό και απόκοσμο. Η αποτύπωση της λάβας που αναβλύζει είναι επιβλητική. Στ’ αλήθεια όμως αυτό που με έχει πιάσει απ’ το λαιμό είναι το voice over του Χέρτζογκ. Η φωνή του και κάποιες παρατεταμένες σιωπές. Ο τρόπος που μιλάει το όνομα Katia.

Θέλω το πρωί στο αυτοκίνητο στο δρόμο για τη δουλειά να ανοίγω το ραδιόφωνο και να μου μιλάει ο Χέρτζογκ. Θέλω να πληκτρολογώ τυχαίους τηλεφωνικούς αριθμούς και να το σηκώνει ο Χέρτζογκ. Θέλω να λαμβάνω ηχητικά στο ινσταγκραμ από άγνωστα προφίλ και να είναι ο Χέρτζογκ. Δεν έχει σημασία τι θα λέει. Θέλω αυτή τη φωνή και αυτές τις παύσεις στ’ αυτιά μου.

Τι ‘ναι 1

«Το αντίθετο μιας αλήθειας» δήλωνε ο Κλάους «είναι ένα ψέμα· αλλά το αντίθετο μιας βαθιάς αλήθειας» ―παύση για έμφαση, ψεκαστήρες, έντομα, μηχανές του γκαζόν, η αισθητή απουσία των θορύβων της πόλης, η φωνή του Κέννυ Ρότζερς από ένα περαστικό αυτοκίνητο― «ενδέχεται να είναι μια άλλη βαθιά αλήθεια». Είναι Αύγουστος ή δεν είναι Αύγουστος (ο Κλάους βγάζει τα παλιομοδίτικα στρογγυλά γυαλιά του, τρίβει το πρόσωπό του, τα ξαναφοράει, συνεχίζει να περπατάει)· εάν υποστηρίξω ότι είναι Αύγουστος ενώ δεν είναι, απλώς ψεύδομαι· εάν όμως πω ότι η ζωή είναι οδύνη, αυτό είναι αλήθεια, μια βαθιά αλήθεια· ομοίως είναι αλήθεια ότι η ζωή είναι χαρά· όσο περισσότερο βάθος έχει ο ισχυρισμός, τόσο πιο αντιστρέψιμος είναι· οι βαθιές αλήθειες προϋπάρχουν του συντακτικού, οι όροι τους μπορούν να αντιστραφούν, ακριβώς όπως στην περίπτωση του ασυνείδητου, όπου δεν ισχύει ο νόμος της μη αντίφασης ούτε ο νόμος του αποκλειόμενου τρίτου. Στη συνέχεια, σοβαρεύοντας προς στιγμήν, ο Κλάους αγγίζει τον ώμο μου: Ένα τέτοιο ρητό μπορεί να σου σώσει τη ζωή.

Μπ. Λέρνερ – Αμερικανική αγωγή

Τι ‘ναι 2

Τι `ναι αλήθεια, τι παραμύθια, /
θάνατος τι ‘ναι, τι ‘ναι η ζωή; /
Έλα κοντά μου, στην αγκαλιά μου /
να μου τα πεις εκεί.

Αλ. Πρωτοψάλτη – Γιορτή

λάφινγκ τουγκέδερ

Στο πλαϊνό πεζοδρόμιο ενός σούπερ μάρκετ του κέντρου βλέπω μία εργαζόμενη που προφανώς κάνει το διάλειμμά της. Είναι καθισμένη στα σκαλάκια της διπλανής πολυκατοικίας, καπνίζει τσιγάρο και σκρολάρει στο κινητό. Με το χέρι που καπνίζει κρατάει και το κεφάλι της. Οι κινήσεις της είναι αργές. Ανάμεσα απ’ τις τζούρες, όταν στηρίζει το μέτωπό της στη χούφτα της, τα μαλλιά της σχεδόν ακουμπάνε στο λάστιχο του παρκαρισμένου αμαξιού. Το πεζοδρόμιο είναι ελάχιστο, σχεδόν ανύπαρκτο. Μπαίνω κατευθείαν σε μουντ «το να ζεις και να δουλεύεις στην αθήνα είναι μια ανθρώπινη τραγωδία». Πάω ν’ αλλάξω πεζοδρόμιο γιατί, πρακτικά, δε θα χωρέσω θα πρέπει να τη σηκώσω ή έστω να την κάνω να μαζέψει τα πόδια της πάνω στα σκαλιά. Την ώρα που είμαι στη μέση του δρόμου, τη βλέπω καθώς κάνει το σκρολ να ξεκαρδίζεται στα γέλια. Γελάει δυνατά, δεν κρατιέται. Αμέσως πετάει το τσιγάρο και αρχίζει να πληκτρολογεί, χωρίς να μπορεί να συγκρατήσει το γέλιο. Ήταν ολοφάνερο. Ένα καλό μιμ που κάποιος είναι επείγουσα ανάγκη να δει αμέσως.

Ποτέ καμία

Στον τοίχο του πάρκινγκ που οδηγεί προς το υπόγειο, είναι γραμμένο με τεράστια γράμματα: Σε περίπτωση φωτιάς δε φέρουμε ΚΑΜΙΑ ευθύνη.

Συνέχεια όλες τις ευθύνες του κόσμου

Ο μπάτσος σταματάει την κυκλοφορία στην αρχή της Αμαλίας. Είμαι το τρίτο αμάξι στη σειρά. Είναι πρωί, έτσι κι αλλιώς θα έφτανα οριακά στην ώρα μου. Με λούζει κρύος ιδρώτας. Άντε τώρα να ξεφύγεις από δω μέσα. Ο μπάτσος όμως παραμένει εκεί στη μέση του δρόμου και κρατάει το γουόκι τόκι του. Δε βάζει κάποια κορδέλα. Δεν ετοιμάζεται να μας στείλει να στρίψουμε κάπου (όχι ότι υπάρχει εκεί αυτό το κάπου). Παίρνω τα πάνω μου. Εντάξει, κλασικά, κάποιο vip περνάει και μας κόβει για ένα δυο λεπτά. Συμβαίνει αυτό. Ακούω μουσική. Παραμένουμε ακίνητοι. Οδηγοί κορνάρουν ή κατεβαίνουν να δουν τι συμβαίνει. Ο μπάτσος σε ίδια στάση. Περνάνε δέκα λεπτά. Σβήνω το αμάξι. Τελικά ο όποιος είναι να περάσει περνάει μετά από 25 (μετρημένα) λεπτά. Έχω περάσει απ’ όλα τα στάδια του πένθους [Άρνηση -> (πολύς) Θυμός -> (ελάχιστη) Διαπραγμάτευση -> (αρκετούτσικη) Κατάθλιψη -> (αν μπορείς κάνε κι αλλιώς) Αποδοχή]. Όταν ξεκινάμε και περνάμε πια μπροστά από τη βουλή, δε νιώθω θυμό, όπως συνήθως, βλέποντας τουσ υπόλοιπους μπάτσους, που πίνουν φρεντοκαπουτσίνο και κοιτάνε σα χάνοι στοίχημα και γκαζέτα στα κινητά τους. Νιώθω ξαφνικά, αλλά με πολύ μεγάλη ένταση, ότι η ζωή μου τελειώνει και ότι αυτά τα 25 (μετρημένα) λεπτά ήταν πάρα πολύ σημαντικά, ήταν αναντικατάστατα, ήταν ανεπανάληπτα, με τρόπους που δεν μπορώ να διανοηθώ. Νιώθω ότι αυτός ο κλειστός δρόμος, αυτά τα 25 λεπτά μου διέλυσαν στην κυριολεξία τη ζωή. Νιώθω ότι αυτό το 25λεπτο ήταν κάτι που χάθηκα, κάτι που ήθελα, κάτι που δεν έπρεπε να χαθεί. Θα ήθελα να μάθω ποιος ήταν αυτός μέσα στο κωλάμαξο με τα φιμέ τζάμια. Ξαφνικά φωνάζω μόνος μου μέσα στο αμάξι ΠΟΙΟΣ ΡΕ ΓΑΜΗΜΕΝΟΙ ΠΟΙΟΣ.

Την προηγούμενη μέρα, σε μια πολύ άσχημη στιγμή, με μια αναπάντεχη ειλικρίνεια, αν όχι σκληρότητα, ο Δ. είπε τώρα δε με κρατάει τίποτα, όπου με πάρουν, να φύγω απ’ αυτό το μπουρδέλο. Δεν ήταν αυτό το κλασικό μόνο στην ελλάδα γίνονται αυτά και λοιπές φιλελέ μπούρδες. Ήταν ένα τόσο πραγματικό να φύγω απ’ αυτό το μπουρδέλο, που κανείς θα μπορούσε να αισθανθεί τρόμο ή δέος. Καταλαβαίνω όμως απόλυτα, εγώ αυτά τα 25 λεπτά τα ήθελα και τα έχασα.

Netflix-military complex

Δεν βοηθάει καμιά φορά στην κίνηση και το ότι βγαίνω απ’ την ασφάλεια της προεπιλεγμένης μουσικής και βάζω να ακούσω Πρώτο Πρόγραμμα. Ειδήσεις και εκπομπές στο δημόσιο ραδιόφωνο. Το ένα πρωί άκουσα την ανάλυση της Μίνας Καραμήτρου ως «ειδικής στην ισλαμιστική τρομοκρατία» και το επόμενο τις θέσεις του Ανδριανόπουλου για τη Μέση Ανατολή (και εννοείται και τα δύο πρωινά τους δύο δημοσιογράφους να συμφωνούν και να επαυξάνουν σε ό,τι λένε οι συνομιλητές τους). Δε μου κάνει εντύπωση που λένε όσα λένε -φυσικά και έχουν δικαίωμα να είναι όσο δεξιοί θέλουν-, μου κάνει εντύπωση ο τρόπος τους και ο τεχνικός λόγος που χρησιμοποιούν. Ειδικά η Καραμήτρου ήταν λες και είχε βγει από το Europe has fallen (ή κάποια ανάλογη ταινιοσειρά). Μιλούσε με φοβερή ψυχραιμία και ένταση για μυστικές υπηρεσίες, ευρωπαϊκά κράτη (που κοιμούνται μακάρια), για επιχειρησιακές δυνατότητες και άλλα παρόμοια. Οι άνθρωποι νομίζουν πως ζουν σε ένα video game ή σε κάποια σειρά και μπορούν να ζητούν χαλαροί περισσότερη στρατιωτικοποιημένη αστυνόμευση, εφόδους, παρακολουθήσεις, ανακρίσεις, intelligence, drowns. Οι άνθρωποι νομίζουν ότι μπορούν να μιλούν για «το ισραήλ ως προκεχωρημένο φυλάκιο του δυτικού πολιτισμού» που «θα καθαρίσει για όλους μας», λες και μιλάνε για το πιο αυτονόητο και φυσικό πράγμα στον κόσμο. Μου έκανε εντύπωση που σε ένα απ’ αυτά που γράφει ο Χωμενίδης κάποιο άτομο του έγραψε από κάτω για τον προφήτη Ουελμπέκ. Μάλλον αναφερόταν σε αυτή την περίφημη παντελώς ακροδεξιά θεωρία αντικατάστασης (οι μουσουλμανικοί πληθυσμοί που θα πάρουν τη θέση του χριστιανικού κόσμου της ευρώπης). Και θυμήθηκε λοιπόν τον Ουελμπέκ και την ακροδεξιά παπάτζα του και την ένωσαν μια χαρά με το «θα καθαρίσει για όλους μας». Ο σκοτωμός γι’ αυτούς είναι μια λογική λύση, μια ρύθμιση, μια απόφαση, κάτι κουλ που συμβαίνει σε ένα υπερσύγχρονο air gaped operation room. Ίσως προλάβουμε κάπως να το χώσουμε και στο επόμενο μίσιον ιμπόσιμπλ.

Και γιατί Ι;

Σε ένα παλιότερο Παρασκήνιο, που κυρίως ψέλνει ή τραγουδάει, ο Αλέξης Δαμιανός ανάμεσα στα ελάχιστα που λέει είναι και αυτό:

Βεβαίως εγώ έχω περιμένει νύχτες πολλές να ανοίξουν οι ουρανοί των Θεοφανίων. Έχω περιμένει, περιμένει, περιμένει, περιμένει. Και δε μου έκανε καθόλου κακό που δεν είδα αλλά και που δεν έπαψα να πιστεύω ότι κάποια μέρα μπορεί να δω ν’ ανοίγουν τα ουράνια στα Θεοφάνια. Έχω κάτσει στα σκαλάκια τραγουδώντας ψέλνοντας της αυλής μου και δε νομίζω ότι έχασα τίποτα, ούτε νιώθω βλάκας ή κόπανος. Νιώθω ότι βρήκα κάτι άλλο που είναι ισάξιο. Αυτή η αναμονή. Τη νύχτα. Βρήκα ότι κάποιοι παλμοί κάποιοι πιο πέρα από μένα, δεν έχει σημασία αν δεν ανοίξουν οι ουρανοί και γιατί ν’ ανοίξουν οι ουρανοί.

Και γιατί ΙΙ;

Στο Fame Story που παίζει αυτό τον καιρό στην ελληνική τηλεόραση οι παίχτες μαθαίνουν τα τραγούδια που θα πουν στο επόμενο live. Σε ένα απ’ αυτούς δίνουν το losing my religion. (Βλέπουμε τη φάτσα του: Σκοτεινιάζει, δεν το πιστεύει, αγχώνεται, θυμώνει, αδικείται, στενοχωριέται). «εγώ αυτό το τραγούδι ΔΕΝ ΤΟ ΛΕΩ. Εγώ απορώ πως μου έδωσαν να πω ένα τραγούδι σε ΞΕΝΗ ΓΛΩΣΣΑ». Μετά από λίγο πάει στο δωμάτιο. Μπαίνει ολόκληρος κάτω απ’ το πάπλωμα και χτυπιέται. Όταν μια συμπαίχτριά του πάει να τον βοηθήσει, εξανίσταται. Πετάει στο πάτωμα το χαρτί με τους στίχους. «ΔΕΝ ΤΟ ΛΕΩ».

Το επεισόδιο της επόμενης μέρας ξεκινάει και βλέπουμε τον ίδιο παίχτη στην πρόβα. Τραγουδάει άνετα έχοντας μάλλον και πολύ καλή προφορά.

Λίγο αργότερα, στο δωμάτιο που μιλάνε οι παίχτες του ριάλιτι στην κάμερα μόνοι τους λέει:

«Τελικά, το έβγαλα το τραγούδι,

μάλλον θα είμαι οκ.

Παύση.

Παύση.

Παύση.

Εγώ τώρα γιατί έκανα όλο αυτό το σαματά;

Παύση.

Τσαμπα;»

Όχι φίλε μου καθόλου τσάμπα. Όπως ένιωσες (κι ας άλλαξες μετά).

Εγώ αυτό το τραγούδι ΔΕΝ ΤΟ ΛΕΩ.

Εγώ αυτά τα 25 λεπτά ΔΕΝ ΤΑ ΧΑΡΙΖΩ.

1 σχόλιο

Filed under Uncategorized

1 responses to “δεν το λέω

  1. lycabettus

    Τι ωραίο κείμενο! Ευχαριστώ.

Σχολιάστε